- seismotaxis
- seismotaxis сейсмотаксис
English-Russian biology dictionary. 2015.
English-Russian biology dictionary. 2015.
σεισμόταξη — η, Ν βιολ. τακτισμός οφειλόμενος σε απόκριση στις μηχανικές δονήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. seismotaxis (< σεισμός + τάξις)] … Dictionary of Greek